Κάποιος μοναχός προσευχόταν με ένθερμο πόθο και λατρεία ευγνωμοσύνης προς τον περιπόθητο Λυτρωτή των ψυχών μας, τον Κύριον Ιησούν.
Μετάρσια η ψυχή του υμνούσε, δοξολογούσε, επεκαλείτο εν αγαλλιάσει και πόθω το τρισπόθητον όνομά Του.
Ένα κερί αναμμένο. Γονυκλισία ευλαβής. Κομποσχοίνι σιωπηλό, κατανυκτικό.
Ξαφνικά μέσα σε εκθαμβωτικό φως εμφανίζεται ο Κύριος ολόσωμος, γλυκύς, με τα χέρια εκτεταμένα, προσκαλώντας τον ευλαβή μοναχό.
«Παιδί μου, ήρθα».
Ακαριαίως ο συνετός μοναχός σφαλίζει τα μάτια ερμητικά, πεισματικά!!
«Παιδί μου», συνεχίζει ο “Κύριος”, «άνοιξε τα μάτια σου, να με δεις, να με υποδεχθείς. Τόσην ώρα με καλούσες, με ποθούσες».
«Εγώ δε θέλω να δω τον Χριστό μου σε αυτή τη ζωή, αλλά στη μέλλουσα, στη Βασιλεία Του. Και επιπλέον, αν ήσουν εσύ πραγματικά ο Χριστός, και με κλειστά τα μάτια θα σε έβλεπα»..
Κρότος.. Η φαντασία διαλύεται.. Σιωπή και κατάνυξη επανέρχεται στο μοναχικό κελί.
Και το κερί σεμνά να σιγοκαίει..
Αναδημοσίευση από: peripsyches
.
Filed under: _Διήγηση_, _Μας στέλνουν.., _Μοναστικά_ |
Leave a Reply